Είναι 1984 και ο Δημήτρης Γάκης, κατά κόσμον Τάκης, που πάντα μαγείρευε -από το στρατό μέχρι τις ταβέρνες που δούλευε- αποφασίζει να ανοίξει το δικό του ταβερνάκι για να ζήσει την οικογένεια πού μόλις έχει δημιουργήσει, κάνοντας την αγάπη του επάγγελμα για μια ζωή. Μια ζωή γεμάτη νόστιμο φαγητό και ωραίες αναμνήσεις που είχαν σαν  αποτέλεσμα να δημιουργηθεί το «Άσυλο» ένα στέκι του χθες και του σήμερα. Τα ηνία παραδόθηκαν στον γιο του Χρήστο το 2016 ο οποίος προσπαθεί με σεβασμό να διατηρήσει αναλλοίωτη την ιστορία και να εξελίξει ότι παρέλαβε.

Ένα «Άσυλο» για τις γεύσεις, για τις παρέες, για τις ιστορίες που μένουν αξέχαστες, για όλα εκείνα τα βράδια που μια κιθάρα κι ένα μπουζούκι έστησαν γλέντι από το πουθενά. Το «Άσυλο» της Θεσσαλονίκης, στην περιοχή της Ευαγγελίστριας, που αν και τοποθετημένο στο πολύβουο κέντρο της, είναι κρυμμένο σαν άλλη όαση και θυμίζει πολύ την πλατεία του χωριού.

Ταξίδι στον χρόνο

Το «Άσυλο» είναι θαρρείς μία χρονοκάψουλα που σε μεταφέρει σε μια άλλη εποχή, αυθεντική, όπου όλα ήταν πιο απλά, πιο αληθινά, πιο γοητευτικά. Το όνομά του άλλωστε δεν είναι καθόλου τυχαίο, αλλά μάλλον μοιραίο θα έλεγε κανείς καθότι ήρθε λίγο καιρό πριν ανοίξει το ταβερνάκι του ο Δημήτρης Γάκης.

Ήταν 1978, βράδυ και ο Δημήτρης Γάκης με τη σύζυγό του επισκεύαζαν την ταβέρνα που προϋπήρχε από το 1946, προκειμένου να τη λειτουργήσουν ξανά. Ξαφνικά ένας ηλικιωμένος άνδρας, που νοσηλευόταν υπό αστυνομική επιτήρηση καθώς ήταν κρατούμενος, δραπέτευσε. Το αδίκημα του άτυχου άνδρα ήταν πώς χρωστούσε λίγες χιλιάδες δραχμές στο δημόσιο.

Στην προσπάθειά του να κρυφτεί, έτρεξε προς την ταβέρνα και ανέβηκε σε ένα δέντρο. Όταν έφτασαν οι αστυφύλακες για να τον αναζητήσουν κανείς δεν τον φανέρωσε. Όταν ο κίνδυνος πέρασε, ο άνδρας κατέβηκε από το δέντρο, ευχαρίστησε εκείνους που δεν τον πρόδωσαν και φεύγοντας έγραψε σε ένα τοίχο του μαγαζιού τη λέξη «άσυλο» κι έκτοτε το όνομα μα και η ουσία της ταβέρνας αυτής έμειναν απαράλλαχτα.

Νέα γενιά, ίδια ταυτότητα

Το 2016 το «Άσυλο» ανέλαβε ο υιός, Χρήστος και ξεκίνησε ανακαινίζοντας τον χώρο, διατηρώντας όμως ίδια την φιλοσοφία του χώρου και φυσικά του φαγητού. Άλλωστε ο κύριος Τάκης παραμένει στην κουζίνα της ταβέρνας, για τα μερακλίδικα του μενού που μέχρι σήμερα επιμελείται ο ίδιος. Τα σουτζουκάκια, το αριστοτεχνικά φιλεταρισμένο συκώτι του, τα άγρια χόρτα, οι κασεροκροκέτες και κάποια ακόμα από τα… μεράκια του, παρασκευάζονται αριστοτεχνικά από τα δικά του χέρια.

Αυτό που έχει προστεθεί στο μενού είναι οι σούβλες, που κάθε μέρα βγάζουν κάτι διαφορετικό. Μπριζόλα σούβλας, κοντοσούβλι χοιρινό ή κοτόπουλο, ελασσονίτικο και κοκορέτσι κατά παραγγελία είναι κάποιες από τις καλοψημένες επιλογές.

Το «Άσυλο» σερβίρει κρέας, καλό και ωραία ψημένο, μαζί με μια ικανοποιητική ποικιλία από σαλατικά και ορεκτικά που θα κάνουν το τραπέζι της παρέας να ευχαριστηθεί γεύσεις οικείες, της ελληνικής παραδοσιακής ταβέρνας.

Το χουνκιάρ μπεγιεντί είναι μία νέα προσθήκη, που μαγειρεμένη άριστα, αναμφισβήτητα τρελαίνει τους ουρανίσκους.

Κατά τα άλλα ό,τι φτιάχνεται στην κουζίνα του «Ασύλου» είναι υπέροχο μέσα στην απλότητά του, γιατί φτιάχνεται με περίσσιο μεράκι και τα καλύτερα υλικά. Τον «αφρό» των κρεάτων, φέτα γνήσια, ελληνικό ελαιόλαδο, μπαξεβανικά διαλεγμένα με το χέρι…

Η κουζίνα λοιπόν στο «Άσυλο» είναι παραδοσιακή και -κρατώντας πολλά από τα αρχικά της πιάτα- έχει εμπλουτιστεί με νέα στην ίδια όμως πάντα φιλοσοφία, της αυθεντικότητας και της ποιότητας.

Όσο για τον χώρο, μπορεί να ανακαινίστηκε, αλλά δεν έχει χάσει τίποτα από τον χαρακτήρα του. Το αγαπημένο juke box στη θέση του, η ξυλόσομπα που ζεσταίνει τον χώρο ζεσταίνει μαζί και τις καρδιές μας, ο Καζαντζίδης στέκει ακόμα στον τοίχο και η ατμόσφαιρα σε αυτό το ταβερνάκι παραμένει ζεστή, οικεία και φιλόξενη, σαν να είσαι καλεσμένος στο σπίτι ενός φίλου στο χωριό.

Γάμοι και χαρές

Εύκολα καταλαβαίνει κανείς πώς το «Άσυλο» δεν είναι άλλη μία ταβέρνα. Είναι συναίσθημα και μέσα σε αυτό γίνονται συχνά τα γλέντια γάμων και βαφτίσεων, ανθρώπων που αγαπούν το μαγαζί, κάποιοι μάλιστα από τους οποίους γνωρίστηκαν εκεί ή έκαναν εκεί τα πρώτα τους ραντεβού. Φοιτητές γιορτάζουν την ορκωμοσία τους, τρώγοντας και πίνοντας στην υγειά της επιτυχίας τους.

Όσο για τους θαμώνες του, υπάρχουν ακόμα παρέες που δίνουν εκεί το εβδομαδιαίο ραντεβού τους, σταθερά από όταν άνοιξε πρώτη φορά το «Άσυλο».

Κάποιες βραδιές θα πετύχετε και live μουσική. Αρκεί να μην είναι Δευτέρα, που είναι και η μόνη ημέρα που το «Άσυλο» είναι κλειστό.